Αναφέρατε για ποιο βασικό λόγο οι ενήλικοι και όχι τα παιδιά είναι δυνατόν να εμπλακούν σε εις βάθος κριτική επαναξιολόγηση των παραδοχών τους.
Έχει υποστηριχθεί ερευνητικά ότι οι ενήλικοι χάρη στην εν δυνάμει ικανότητά τους για κριτικό στοχασμό σχετικά με τον τρόπο διαμόρφωσης των προβληματικών πεποιθήσεων που έχουν ενστερνιστεί, είναι δυνατόν να μαθαίνουν με τρόπο διαφορετικό σε σχέση με τους ανήλικους. Μάλιστα, έχουν τη δυνατότητα να επανεξετάζουν εις βάθος τις διεργασίες από τις οποίες προέκυψαν οι δυσλειτουργικές αντιλήψεις τους και να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις.
Αυτό συμβαίνει γιατί σύμφωνα με τον Κnowles και άλλους επιστήμονες, διαθέτουν ευρύτερο και διαφορετικής υφής απόθεμα εμπειριών. Έχουν έντονη ανάγκη να αυτοκαθορίζονται και επιζητούν να συμμετάσχουν ενεργητικά στις διαδικασίες που τους αφορούν. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά τις διεργασίες μάθησης κατά τον Brookfield οι ενήλικοι πρώτα εξετάζουν και έπειτα αντικαθιστούν ή αναδιατυπώνουν μια υπόθεση που μέχρι τότε υιοθετούσαν μη κριτικά. Παράλληλα, δίνουν εναλλακτική προοπτική στις ιδέες, τις ενέργειες, τις μορφές συλλογισμού και τις ιδεολογίες που θεωρούσαν δεδομένες. Επίσης ανακαλύπτουν κυρίαρχες πολιτισμικές αξίες και κατανοούν ότι η τάξη των πραγμάτων ενισχύει την ισχύ και τα συμφέροντα μειοψηφιών. Γι ΄αυτό άλλωστε μπορούν να εισέλθουν σε μια διεργασία χειραφέτησης, στοχαζόμενοι κριτικά πάνω στις ιδεολογίες και πρακτικές που έχουν υιοθετήσει υπό την επιρροή του πολιτισμικού πλαισίου και οι οποίες λειτουργούν συχνά ενάντια στα ζωτικά συμφέροντά τους και τους καταδυναστεύουν, εύγλωττο παράδειγμα η υιοθέτηση της ναζιστικής ιδεολογίας από εκατομμύρια ανθρώπους (Σχολή Φραγκφούρτης).
Β) Εντοπίστε τα κοινά σημεία των απόψεων των Mezirow, Brookfield και Freire ως προς το ανωτέρω ζήτημα α.
Σημαντικές προσωπικότητες που έθεσαν τα θεμέλια της εκπαίδευσης ενηλίκων ήταν οι Mezirow, Brookfield και Freire. Και οι τρεις συμφωνούσαν ότι μόνο οι ενήλικοι είναι σε θέση να εμπλακούν σε μια εις βάθος κριτική επαναξιολόγηση των παραδοχών τους. Βέβαια, ο καθένας προσπάθησε με το δικό του τρόπο να επιβεβαιώσει την παραπάνω αλήθεια συμπληρώνοντας ή εμπνέοντας το έργο του άλλου.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Μezirow ο κριτικός στοχασμός πάνω στις παραδοχές μας που έχουν εμφυτευθεί από το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο και συχνά οδηγούν σε δυσλειτουργική αντίληψη και συμπεριφορά, αποτελεί προϋπόθεση για την εναρμονισμένη ένταξή μας στην πραγματικότητα. Ωστόσο οι ενήλικες είναι εν δυνάμει ικανοί για ολιστική επαναξιολόγηση των παραδοχών που υιοθέτησαν σε προγενέστερες φάσεις της ζωής τους. Αυτό συμβαίνει γιατί διαθέτουν ευρύ φάσμα εμπειριών, καθώς και τη δυνατότητα πραγματοποίησης πολύπλοκων νοητικών διεργασιών που αποτελούν προαπαιτούμενα του κριτικού στοχασμού. Συνεπώς οι ενήλικες - και από αυτούς μόνο όσοι αποφασίζουν να εμπλακούν συστηματικά σε διεργασίες κριτικού στοχασμού – είναι δυνατό να διανύσουν τα πιο εξελιγμένα στάδια νοητικής διεργασίας, δηλαδή να συσχετίσουν πλήθος καταστάσεων και εννοιών κατανοώντας τις αλληλεπιδράσεις τους, καθώς και να διερευνήσουν κριτικά τους ιστορικούς, κοινωνικούς και βιογραφικούς παράγοντες που αποτέλεσαν την πηγή από την οποία εκπορεύτηκαν οι παραδοχές τους.
Ο Βrookfield πίστευε ότι τα παιδιά δεν διαθέτουν το εύρος και την ποικιλομορφία των εμπειριών των ενηλίκων. Εργάσθηκε για την ανάπτυξη του θεωρητικού πλαισίου της ‘’Μετασχηματίζουσας μάθησης’’ και επεξεργάσθηκε τεχνικές για την κριτική επαναξιολόγηση των παραδοχών συμπληρώνοντας κατά κάποιο τρόπο το έργο του Mezirow. Έδωσε έμφαση στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ενήλικοι και ανέδειξε τη σημασία της συμμετοχής των εκπαιδευόμενων σε συνεργατικές ομάδες. Προέκρινε μάλιστα την αντίληψη ότι στην ομάδα η μετασχηματίζουσα διεργασία ενδυναμώνεται και νοηματοδοτείται. Σε γενικές γραμμές η πορεία του ήταν επάλληλη σε σχέση με αυτή του Mezirow. Ωστόσο, υπογράμμισε με έμφαση ότι ο κριτικός στοχασμός πρέπει πάντα να κυριαρχείται από πολιτική χροιά, στοιχείο στο οποίο δεν έδωσε έμφαση ο Mezirow. Βέβαια o Mezirow ήταν περισσότερο κριτικά στοχαστικός από τον Brookfield σε ότι αφορά στην έμφαση που είναι σκόπιμο να δίνεται στην πολιτική διάσταση, υποστηρίζοντας ότι αυτό εξαρτάται από το είδος και το σκοπό του κάθε προγράμματος μάθησης.
Σε γενικές γραμμές όμως οι δυο επιστήμονες αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο τις ιδιαιτερότητες των ενηλίκων στη μάθηση. Σε ανάλογο πνεύμα κινήθηκε και ο Freire. Μάλιστα η θεωρία μετασχηματισμού του Mezirow έχει τις ρίζες της στο έργο του Freire. O Freire ασχολήθηκε με τη μάθηση κατά τη φάση της ενηλικιότητας. Το έργο του απηχεί τις πολιτικοκοινωνικές συνθήκες των χωρών του τρίτου κόσμου στις οποίες δραστηριοποιήθηκε. Ο Βραζιλιάνος στοχαστής διαμόρφωσε μια ολοκληρωμένη εκπαιδευτική θεωρητική προσέγγιση, αλλά και πρακτική μέθοδο με βάση την οποία οι καταδυναστευόμενοι είναι δυνατόν να συνειδητοποιούν κριτικά τις σχέσεις κοινωνικής, πολιτικής και ιδεολογικής εξάρτησης στις οποίες υπάγονται και να αναλαμβάνουν δράση που αποβλέπει στη χειραφέτησή τους.